dereliction$20354$ - translation to ελληνικό
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

dereliction$20354$ - translation to ελληνικό

VIOLATION OF US CODE APPLYING TO ALL MILITARY PERSONNEL
Dereliction Of Duty; Dereliction of Duty; Negligence of duty

dereliction      
n. παράλειψη, εγκατάλειψη, ερήμωση, παραμέληση

Ορισμός

dereliction of duty
Dereliction of duty is deliberate or accidental failure to do what you should do as part of your job. (FORMAL)
He pleaded guilty to wilful dereliction of duty.
= negligence
N-UNCOUNT

Βικιπαίδεια

Dereliction of duty

Dereliction of duty is a specific offense under United States Code Title 10, Section 892, Article 92 and applies to all branches of the US military. A service member who is derelict has willfully refused to perform his duties (or follow a given order) or has incapacitated himself in such a way that he cannot perform his duties. Such incapacitation includes the person falling asleep while on duty requiring wakefulness, his getting drunk or otherwise intoxicated and consequently being unable to perform his duties, shooting himself and thus being unable to perform any duty, or his vacating his post contrary to regulations.